lexicon
-
συντελεσμένη όψη
—
by
(το) перфектен вид Виж и συντελεσμένη άποψη, συντελεσμένο ποιόν ενεργείας, συντελεσμένος τρόπος ενέργειας
-
συντελεσμένο ποιόν ενεργείας
—
by
(ο) перфектен вид Виж и συντελεσμένη άποψη, συντελεσμένη όψη, συντελεσμένος τρόπος ενέργειας
-
συντελεσμένος τρόπος ενέργειας
—
by
(η) перфектен вид Виж и συντελεσμένη άποψη, συντελεσμένη όψη, συντελεσμένο ποιόν ενεργείας